- καφτάνι
- cafetan
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
καφτάνι — Ένδυμα των ανατολικών λαών, μακρύ και φαρδύ, πλούσια διακοσμημένο και ντυμένο με γούνα. Οι σουλτάνοι της Τουρκίας χάριζαν κ. στους βεζίρηδες ή στους μεγιστάνες σε έκτακτες ευκαιρίες ή για τιμητική διάκριση, όπως σήμερα απονέμονται τα παράσημα.… … Dictionary of Greek
καφτάνι — το (λ. τουρκ.), πολυτελής μανδύας ως τα πόδια με μακριά μανίκια και ζώνη στη μέση (με χρήση στην Τουρκία και Ρωσία παλιότερα) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ενδυμασία — Το σύνολο των αντικειμένων –οποιουδήποτε υλικού ή τρόπου κατασκευής– που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να ντύνεται και να στολίζεται. Για πολύ καιρό, ιδιαίτερα σε περιοχές τις οποίες ευνοούσε το θερμό κλίμα, οι άνθρωποι δεν ένιωθαν την ανάγκη να… … Dictionary of Greek
καβάδι — το [Μ καβάδι(ο)ν και καββάδι(ο)ν] 1. είδος μακριού και ευρύχωρου επενδύτη, ανδρικού και γυναικείου, περσικής ασσυριακής προελεύσεως, άλλ. καφτάνι 2. επενδύτης από χονδρό μάλλινο ή βαμβακερό ύφασμα οικιακής υφάνσεως, που φορούσαν οι οπλίτες αντί… … Dictionary of Greek
κλήρος — Τμήμα γης που δόθηκε με κλήρωση· ο λαχνός· το μερίδιο κληρονομιάς· η μοίρα, η τύχη. Επίσης κ. ονομάζεται το ιερατείο, δηλαδή το σύνολο των ανώτερων και κατώτερων κληρικών της Εκκλησίας. Στον ανώτερο κ. περιλαμβάνονται οι λειτουργοί που απέκτησαν… … Dictionary of Greek
Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 … Dictionary of Greek
caftan — CAFTÁN, caftane, s.n. (înv.) Manta orientală, albă, lungă şi largă, împodobită cu fire de aur sau de mătase, pe care o purtau domnitorii şi boierii români. ♢ expr. A îmbrăca (cu sau în) caftan = a (se) ridica la rangul de domn sau de boier. ♦… … Dicționar Român